Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δυσωδίᾱ
δυσώνυμος
δυσωπέομαι
δυσωρέομαι
δύτης
δύω
δύω
δυώδεκα
δυωδεκάβοιος
δυωδεκάδρομος
δυωδεκάμηνος
δυωδεκάπηχυς
δυωδεκάπολις
δυωδεκαταῖος
δυωδεκατειχής
δυωδέκατος
δυωκαιεικοσίμετρος
δυωκαιεικοσίπηχυς
δῶ
δῶ
δώδεκα
View word page
δυωδεκάμηνος
δυωδεκάμηνοςdial.adjseeδωδεκάμηνος

ShortDef

twelve months old

Debugging

Headword:
δυωδεκάμηνος
Headword (normalized):
δυωδεκάμηνος
Headword (normalized/stripped):
δυωδεκαμηνος
IDX:
10421
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-10422
Key:
δυωδεκάμηνος

Data

{'headword_display': '<b>δυωδεκάμηνος</b>', 'content': '<XE><RefVL><FmHL>δυωδεκάμηνος</FmHL><PS>dial.adj</PS></RefVL><XR>see<Ref>δωδεκάμηνος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'δυωδεκάμηνος'}