Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δυσπαράβλητος
δυσπαραβοήθητος
δυσπαράβουλος
δυσπαράγγελτος
δυσπαράγραφος
δυσπαραδέκτως
δυσπαράθελκτος
δυσπαραίτητος
δυσπαρακόμιστος
δυσπαραμῡ́θητος
δυσπάρευνος
δυσπαρήγορος
Δύσπαρις
δυσπάριτος
δυσπειθής
δύσπειστος
δύσπεμπτος
δυσπέμφελος
δυσπενθής
δύσπεπτος
δυσπέρᾱτος
View word page
δυσ-πάρευνος
δυσπάρευνοςονadj of a marriagewith an unlucky choice of bedfellowill-matchedS.

ShortDef

ill-mated

Debugging

Headword:
δυσπάρευνος
Headword (normalized):
δυσπάρευνος
Headword (normalized/stripped):
δυσπαρευνος
IDX:
10299
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-10300
Key:
δυσπάρευνος

Data

{'headword_display': '<b>δυσ-πάρευνος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>δυσ<hyph/>πάρευνος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of a marriage</Indic><Def>with an unlucky choice of bedfellow</Def><Tr>ill-matched</Tr><Au>S.</Au></aS1></AE>', 'key': 'δυσπάρευνος'}