Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δυσμῑ́μητος
δυσμνημόνευτος
δύσμορος
δυσμορφίη
δύσμορφος
δυσνῑ́κητος
δύσνιπτος
δυσνοέω
δύσνοια
Δυσνομίη
δύσνοστος
δυσνουθέτητος
δύσνους
δύσνυμφος
δυσξύμβολος
δύσογκος
δυσοδέω
δύσοδμος
δῡσοδοπαίπαλος
δύσοδος
δυσοίζω
View word page
δύσ-νοστος
δύσνοστοςονadjνόστος of a journey homewardunhappy for those returningunhappy, grimE.

ShortDef

that is no return

Debugging

Headword:
δύσνοστος
Headword (normalized):
δύσνοστος
Headword (normalized/stripped):
δυσνοστος
IDX:
10255
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-10256
Key:
δύσνοστος

Data

{'headword_display': '<b>δύσ-νοστος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>δύσ<hyph/>νοστος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>νόστος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a journey homeward</Indic><Def>unhappy for those returning</Def><Tr>unhappy, grim</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>', 'key': 'δύσνοστος'}