Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δυσγνωσίᾱ
δύσγνωστος
δυσγοήτευτος
δυσδαιμονίᾱ
δυσδαίμων
δυσδάκρῡτος
δύσδαμαρ
δυσδιάβατος
δυσδιάθετος
δυσδιαίτητος
δυσδιάλυτος
δυσδιάσπαστος
δυσδιερεύνητος
δυσδίοδος
δύσεδρος
δυσειδής
δυσείματος
δυσείσοδος
δυσεκβίαστος
δυσέκθυτος
δυσεκλύτως
View word page
δυσ-διάλυτος
δυσδιάλυτοςονadjδιαλυτός of a formation of warshipshard to break upPlb.of bitter-tempered personshard to pacifyimplacableArist.

ShortDef

hard to reconcile

Debugging

Headword:
δυσδιάλυτος
Headword (normalized):
δυσδιάλυτος
Headword (normalized/stripped):
δυσδιαλυτος
IDX:
10114
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-10115
Key:
δυσδιάλυτος

Data

{'headword_display': '<b>δυσ-διάλυτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>δυσ<hyph/>διάλυτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>διαλυτός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a formation of warships</Indic><Tr>hard to break up</Tr><Au>Plb.</Au></aS1><aS1><Indic>of bitter-tempered persons</Indic><Def>hard to pacify</Def><Tr>implacable</Tr><Au>Arist.</Au></aS1></AE>', 'key': 'δυσδιάλυτος'}