Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ἀπόλυσις
ἀπολυτικῶς
ἀπολυτρόω
ἀπολύτρωσις
ἀπολῡ́ω
ἀπολωβάομαι
ἀπολωτίζω
ἀπολωφάω
ἀπομαγδαλιᾱ́
ἀπομαίνομαι
ἀπομακτέον
ἀπομαλακίζομαι
ἀπομανθάνω
ἀπομαντεύομαι
ἀπόμαξις
ἀπομαραίνομαι
ἀπομαρτυρέω
ἀπομαρτῡ́ρομαι
ἀπομάσσω
ἀπομαστῑγόω
ἀπομαστίδιος
View word page
ἀπομακτέον
ἀπομακτέον
neut.impers.vbl.adj.
see
ἀπομάσσω
ShortDef
one must wipe
Debugging
Headword:
ἀπομακτέον
Headword (normalized):
ἀπομακτέον
Headword (normalized/stripped):
απομακτεον
IDX:
100
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-101
Key:
ἀπομακτέον
Data
{'headword_display': '<b>ἀπομακτέον</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἀπομακτέον<LblR>neut.impers.vbl.adj.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἀπομάσσω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀπομακτέον'}