Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δῡ́ς
δυσ
δυσαγκόμιστος
δυσάγκριτος
δύσαγνος
δυσαγρέω
δυσάγων
δυσάδελφος
δυσᾱής
δυσᾱ́θλιος
δυσαιᾱνής
δυσαίθριος
δυσαίων
δυσαλγής
δυσάλγητος
δυσᾱ́λιος
δυσάλωτος
δυσάμβατος
δυσᾱμερίᾱ
δυσάμμορος
δυσανάκλητος
View word page
δυσ-αιᾱνής
δυσαιᾱνήςέςadj of a cryof deep mourningA.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δυσαιᾱνής
Headword (normalized):
δυσαιᾱνής
Headword (normalized/stripped):
δυσαιανης
IDX:
10056
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-10057
Key:
δυσαιᾱνής

Data

{'headword_display': '<b>δυσ-αιᾱνής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>δυσ<hyph/>αιᾱνής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of a cry</Indic><Tr>of deep mourning</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'δυσαιᾱνής'}