Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀξίνη
ἄξιος
ἄξυλος
ἄξω
ἄξω
ἄξων
ἀοιδή
ἀοιδιάω
ἀοίδιμος
ἀοιδός
ἀολλής
ἀολλίζω
ἄορ
ἀορτήρ
ἄορτο
ἀοσσητήρ
ἄουτος
ἀπαγγέλλω
ἀπάγχω
ἀπάγω
ἀπαείρω
View word page
ἀολλής

-ές (ἀϝολλής)

[ἀ-2 + ϝελ-, (ϝ)είλω.]

Only in pl.

ShortDef

all together, in throngs or crowds

Debugging

Headword:
ἀολλής
Headword (normalized):
ἀολλής
Headword (normalized/stripped):
αολλης
IDX:
987
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.988
Key:

Data

{'content': '<p>-ές (ἀϝολλής)</p> <p>[ἀ-2 + ϝελ-, (ϝ)είλω.]</p> <p>Only in pl.</p>'}