Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὤρορε
ὦσε
ὦρτο
ὠρχεῦντο
ὠρώρει
ὡς
ὥς
ὦσα
ὠσί
ὠτειλή
ὠτώεις
ωὐτός
ὤφελε
ὤφελλε
ὤφελλε
ᾤχετο
ὠχράω
ὦχρος
View word page
ὠτώεις

-εντος

[ὠτ-, οὖς, οὖας.]

ShortDef

with ears

Debugging

Headword:
ὠτώεις
Headword (normalized):
ὠτώεις
Headword (normalized/stripped):
ωτωεις
IDX:
9775
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9776
Key:

Data

{'content': '<p>-εντος</p> <p>[ὠτ-, οὖς, οὖας.]</p>'}