Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὤρεξε
ὤρεσσι
ὤρετο
ὥρα
ὤρινε
ὥριος
ὤριστος
ὤρορε
ὦσε
ὦρτο
ὠρχεῦντο
ὠρώρει
ὡς
ὥς
ὦσα
ὠσί
ὠτειλή
ὠτώεις
ωὐτός
ὤφελε
ὤφελλε
View word page
ὠρχεῦντο
3 pl. impf. ὀρχέομαι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὠρχεῦντο
Headword (normalized):
ὠρχεῦντο
Headword (normalized/stripped):
ωρχευντο
IDX:
9768
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9769
Key:
Data
{'content': '<p>3 pl. impf. ὀρχέομαι.</p>'}