Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὠνοσάμην
ᾦξε
ὦπα
ὤπασα
ὥπλισσε
ὤρεξε
ὤρεσσι
ὤρετο
ὥρα
ὤρινε
ὥριος
ὤριστος
ὤρορε
ὦσε
ὦρτο
ὠρχεῦντο
ὠρώρει
ὡς
ὥς
ὦσα
ὠσί
View word page
ὥριος

[ὥρη.]

ShortDef

produced in season

Debugging

Headword:
ὥριος
Headword (normalized):
ὥριος
Headword (normalized/stripped):
ωριος
IDX:
9763
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9764
Key:

Data

{'content': '<p>[ὥρη.]</p>'}