Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὤνατο
ὤνησε
ὠνητός
ὠνόμασας
ὦνος
ὠνοσάμην
ᾦξε
ὦπα
ὤπασα
ὥπλισσε
ὤρεξε
ὤρεσσι
ὤρετο
ὥρα
ὤρινε
ὥριος
ὤριστος
ὤρορε
ὦσε
ὦρτο
ὠρχεῦντο
View word page
ὤρεξε
3 sing. aor. ὀρέγω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὤρεξε
Headword (normalized):
ὤρεξε
Headword (normalized/stripped):
ωρεξε
IDX:
9758
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9759
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. ὀρέγω.</p>'}