Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὠμηστής
ὡμίλευν
ὠμογέρων
ὠμοθετέω
ὠμός
ὦμος
ὤμοσα
ὠμοφάγος
ὤμωξε
ὤνατο
ὤνησε
ὠνητός
ὠνόμασας
ὦνος
ὠνοσάμην
ᾦξε
ὦπα
ὤπασα
ὥπλισσε
ὤρεξε
ὤρεσσι
View word page
ὤνησε
3 sing. aor. ὀνίνημι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὤνησε
Headword (normalized):
ὤνησε
Headword (normalized/stripped):
ωνησε
IDX:
9749
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9750
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. ὀνίνημι.</p>'}