Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὤλξ
ὠμηστής
ὡμίλευν
ὠμογέρων
ὠμοθετέω
ὠμός
ὦμος
ὤμοσα
ὠμοφάγος
ὤμωξε
ὤνατο
ὤνησε
ὠνητός
ὠνόμασας
ὦνος
ὠνοσάμην
ᾦξε
ὦπα
ὤπασα
ὥπλισσε
ὤρεξε
View word page
ὤνατο
3 sing. aor. ὄνομαι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὤνατο
Headword (normalized):
ὤνατο
Headword (normalized/stripped):
ωνατο
IDX:
9748
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9749
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. ὄνομαι.</p>'}