Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὠκύπτερος
ὠκύροος
ὠκύς
ὤλεσα
ὠλεσίκαρπος
ὤλετο
ὤλξ
ὠμηστής
ὡμίλευν
ὠμογέρων
ὠμοθετέω
ὠμός
ὦμος
ὤμοσα
ὠμοφάγος
ὤμωξε
ὤνατο
ὤνησε
ὠνητός
ὠνόμασας
ὦνος
View word page
ὠμοθετέω

[ὠμός + θε-, τίθημι.]

ShortDef

to place the raw slices

Debugging

Headword:
ὠμοθετέω
Headword (normalized):
ὠμοθετέω
Headword (normalized/stripped):
ωμοθετεω
IDX:
9742
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9743
Key:

Data

{'content': '<p>[ὠμός + θε-, τίθημι.]</p>'}