Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὠκύαλος
ὠκύμορος
ὠκυπέτης
ὠκύπορος
ὠκύπους
ὠκύπτερος
ὠκύροος
ὠκύς
ὤλεσα
ὠλεσίκαρπος
ὤλετο
ὤλξ
ὠμηστής
ὡμίλευν
ὠμογέρων
ὠμοθετέω
ὠμός
ὦμος
ὤμοσα
ὠμοφάγος
ὤμωξε
View word page
ὤλετο

3 sing. aor. mid. ὄλλυμι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὤλετο
Headword (normalized):
ὤλετο
Headword (normalized/stripped):
ωλετο
IDX:
9737
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9738
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. mid. ὄλλυμι.</p>'}