Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὧδε
ᾤδεε
ὠδίνω
ὠδίς
ὠδύσατο
ὠθέω
ὠΐγνυντο
ὠῖετο
ὤϊξε
ὠΐσθην
ὦκα
ὠκύαλος
ὠκύμορος
ὠκυπέτης
ὠκύπορος
ὠκύπους
ὠκύπτερος
ὠκύροος
ὠκύς
ὤλεσα
View word page
ὠΐσθην

aor. ὀΐομαι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὠΐσθην
Headword (normalized):
ὠΐσθην
Headword (normalized/stripped):
ωισθην
IDX:
9725
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9726
Key:

Data

{'content': '<p>aor. ὀΐομαι.</p>'}