Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ψύχω
ψωμός
ὦ
ὧδε
ᾤδεε
ὠδίνω
ὠδίς
ὠδύσατο
ὠθέω
ὠΐγνυντο
ὠῖετο
ὤϊξε
ὠΐσθην
ὦκα
ὠκύαλος
ὠκύμορος
ὠκυπέτης
ὠκύπορος
ὠκύπους
ὠκύπτερος
ὠκύροος
View word page
ὠῖετο
3 sing. impf. οἴομαι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὠῖετο
Headword (normalized):
ὠῖετο
Headword (normalized/stripped):
ωιετο
IDX:
9723
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9724
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. impf. οἴομαι.</p>'}