Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ψεδνός
ψευδάγγελος
ψευδής
ψεύδομαι
ψεῦδος
ψεύσομαι
ψευστέω
ψεύστης
ψηλαφάω
ψήρ
ψηφίς
ψιάς
ψιλός
ψολόεις
ψύξασα
ψυχή
ψῦχος
ψυχρός
ψύχω
ψωμός
ὦ
View word page
ψηφίς
-ῖδος, ἡ.
ShortDef
a small pebble
Debugging
Headword:
ψηφίς
Headword (normalized):
ψηφίς
Headword (normalized/stripped):
ψηφις
IDX:
9705
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9706
Key:
Data
{'content': '<p>-ῖδος, ἡ.</p>'}