Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

χύτο
χυτός
χωλεύω
χωλός
χώομαι
χωρέω
χώρη
χωρίς
χῶρος
χώσατο
ψάμαθος
ψάμμος
ψάρ
ψαύω
ψεδνός
ψευδάγγελος
ψευδής
ψεύδομαι
ψεῦδος
ψεύσομαι
ψευστέω
View word page
ψάμαθος

-ου, ἡ

[cf. ἄμαθος and ψάμμος.]

ShortDef

sand, sea-sand

Debugging

Headword:
ψάμαθος
Headword (normalized):
ψάμαθος
Headword (normalized/stripped):
ψαμαθος
IDX:
9691
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9692
Key:

Data

{'content': '<p>-ου, ἡ</p> <p>[cf. ἄμαθος and ψάμμος.]</p>'}