Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
χυμένη
χύντο
χύσις
χυτλόω
χύτο
χυτός
χωλεύω
χωλός
χώομαι
χωρέω
χώρη
χωρίς
χῶρος
χώσατο
ψάμαθος
ψάμμος
ψάρ
ψαύω
ψεδνός
ψευδάγγελος
ψευδής
View word page
χώρη
-ης, ἡ
[cf. χῶρος.]
ShortDef
space, place
Debugging
Headword:
χώρη
Headword (normalized):
χώρη
Headword (normalized/stripped):
χωρη
IDX:
9687
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9688
Key:
Data
{'content': '<p>-ης, ἡ</p> <p>[cf. χῶρος.]</p>'}