Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

χορός
χόρτος
χραισμέω
χραύσῃ
χράω2
χράω
χρεῖος
χρεώ
χρείων
χρεμετίζω
χρέος
χρεώ
χρεώμενος
χρή
χρηΐζω
χρῆμα
χρησόμενος
χρίω
χροΐ
χροιή
χρόμαδος
View word page
χρέος

See χρεῖος.

ShortDef

that which one needs must pay, an obligation, debt

Debugging

Headword:
χρέος
Headword (normalized):
χρέος
Headword (normalized/stripped):
χρεος
IDX:
9649
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9650
Key:

Data

{'content': '<p>See χρεῖος.</p>'}