Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
χηλός
χἠμεῖς
χήν
χηραμός
χήρατο
χηρεύω
χήρη
χηρόω
χηρωσταί
χῆτος
χθαμαλός
χθιζός
χθών
χίλιοι
χίμαιρα
χιτών
χιών
χλαῖνα
χλούνης
χλωρηΐς
χλωρός
View word page
χθαμαλός
-ή, -όν.
ShortDef
near the ground, on the ground, flat
Debugging
Headword:
χθαμαλός
Headword (normalized):
χθαμαλός
Headword (normalized/stripped):
χθαμαλος
IDX:
9615
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9616
Key:
Data
{'content': '<p>-ή, -όν.</p>'}