Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

χάρις
χαρίσασθαι
χάρμα
χάρμη
χαροπός
χάσσατο
χατέω
χατίζω
χειή
χεῖλος
χεῖμα
χειμάρροος
χείμαρρος
χειμέριος
χειμών
χείρ
χειρίς
χειρότερος
χείρων
χείσεται
χελιδών
View word page
χεῖμα

-ατος, τό.

ShortDef

winter-weather, cold, frost

Debugging

Headword:
χεῖμα
Headword (normalized):
χεῖμα
Headword (normalized/stripped):
χειμα
IDX:
9581
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9582
Key:

Data

{'content': '<p>-ατος, τό.</p>'}