Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

φύγε
φυγή
φυγοπτόλεμος
φύζα
φυζακινός
φυή
φυκιόεις
φῦκος
φυκτός
φυλακή
φυλάκους
φυλακτήρ
φύλαξ
φυλάσσω
φυλία
φύλλον
φῦλον
φύλοπις
φύντες
φύξηλις
φύξιμος
View word page
φυλάκους

acc. pl. See φύλαξ.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φυλάκους
Headword (normalized):
φυλάκους
Headword (normalized/stripped):
φυλακους
IDX:
9498
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9499
Key:

Data

{'content': '<p>acc. pl. See φύλαξ.</p>'}