φόωσδε
[φόως + -δε 1.]
To the light : δράκοντʼ Ὀλύμπιος ἧκε φόωσδε (manifested, displayed) Il. 2.309 : φόωσδε λιλαίεο (i. e. to the upper world) Od. 11.223.
In reference to birth : ἐπεὶ τόν γʼ εἰλεί-θυια ἐξάγαγε πρὸ φόωσδε Il. 16.188. Cf. Il. 19.103, 118.