Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

φλοιός
φλοῖσβος
φλόξ
φλύω
φοβέω
φόβονδε
φόβος
φοινήεις
φοινικόεις
φοινικοπάρῃος
φοῖνιξ
φοίνιος
φοινός
φοιτάω
φολκός
φονεύς
φονή
φόνος
φοξός
φορβή
φορεύς
View word page
φοῖνιξ

-ικος.

ShortDef

a Phoenician
a purple-red, purple; date palm

Debugging

Headword:
φοῖνιξ
Headword (normalized):
φοῖνιξ
Headword (normalized/stripped):
φοινιξ
IDX:
9455
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9456
Key:

Data

{'content': '<p>-ικος.</p>'}