Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

φλόγεος
φλοιός
φλοῖσβος
φλόξ
φλύω
φοβέω
φόβονδε
φόβος
φοινήεις
φοινικόεις
φοινικοπάρῃος
φοῖνιξ
φοίνιος
φοινός
φοιτάω
φολκός
φονεύς
φονή
φόνος
φοξός
φορβή
View word page
φοινικοπάρῃος

-ον

[φοῖνιξ + παρήϊον. Cf. μιλτο-πάρῃος.]

Red-prowed.

Epithet of ships Od. 11.124=Od. 23.271.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φοινικοπάρῃος
Headword (normalized):
φοινικοπάρῃος
Headword (normalized/stripped):
φοινικοπαρηος
IDX:
9454
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9455
Key:

Data

{'content': '<p>-ον</p> <p>[φοῖνιξ + παρήϊον. Cf. μιλτο-πάρῃος.]</p> <p>Red-prowed.</p> <p>Epithet of ships Od. 11.124=Od. 23.271.</p>'}