Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

φίλος
φιλότης
φιλοτήσιος
φιλοφροσύνη
φιλοψευδής
φίλως
φιτρός
φλεγέθω
φλέγμα
φλέγω
φλέψ
φλιή
φλόγεος
φλοιός
φλοῖσβος
φλόξ
φλύω
φοβέω
φόβονδε
φόβος
φοινήεις
View word page
φλέψ

φλεβός, ἡ.

ShortDef

a vein

Debugging

Headword:
φλέψ
Headword (normalized):
φλέψ
Headword (normalized/stripped):
φλεψ
IDX:
9442
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9443
Key:

Data

{'content': '<p>φλεβός, ἡ.</p>'}