Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

φιλοκτέανος
φιλομμειδής
φιλόξεινος
φιλοπαίγμων
φιλοπτόλεμος
φίλος
φιλότης
φιλοτήσιος
φιλοφροσύνη
φιλοψευδής
φίλως
φιτρός
φλεγέθω
φλέγμα
φλέγω
φλέψ
φλιή
φλόγεος
φλοιός
φλοῖσβος
φλόξ
View word page
φίλως

[adv. fr. φίλος.]

ShortDef

gladly

Debugging

Headword:
φίλως
Headword (normalized):
φίλως
Headword (normalized/stripped):
φιλως
IDX:
9437
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9438
Key:

Data

{'content': '<p>[adv. fr. φίλος.]</p>'}