Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀνστάς
ἀνστήσει
ἀνστήτην
ἀνστρέψειαν
ἀνσχεθέειν
ἄνσχεο
ἀνσχετός
ἀνσχήσεσθαι
ἄντα
ἀντάξιος
ἀντάω
ἀντέστη
ἄντην
ἄντηστις
ἀντί
ἀντιάνειραι
ἀντιάω
ἀντίβιος
ἀντιβολέω
ἀντίθεος
ἀντίθυρον
View word page
ἀντάω

[ἄντα.]

From ἀντέω

3 pl. impf. ἤντεον Il. 6.423.

(συν-.)

ShortDef

to come opposite to, meet face to face, meet with

Debugging

Headword:
ἀντάω
Headword (normalized):
ἀντάω
Headword (normalized/stripped):
ανταω
IDX:
938
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.939
Key:

Data

{'content': '<p>[ἄντα.]</p> <p>From ἀντέω</p> <p>3 pl. impf. ἤντεον Il. 6.423.</p> <p>(συν-.)</p>'}