Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
φάρμακον
φαρμάσσω
φᾶρος
φάρυξ
φάς
φάσαν
φάσγανον
φάσθαι
φασί
φάσκω
φασσοφόνος
φάτις
φάτνη
φάτο
φέβομαι
φείδομαι
φειδώ
φειδωλή
φείσατο
Φένω
φέριστος
View word page
φασσοφόνος
[φάσσα, dove + φον-, φένω.]
Dove-killing : ἴρηκι Il. 15.238.
ShortDef
dove-killing
Debugging
Headword:
φασσοφόνος
Headword (normalized):
φασσοφόνος
Headword (normalized/stripped):
φασσοφονος
IDX:
9375
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9376
Key:
Data
{'content': '<p>[φάσσα, dove + φον-, φένω.]</p> <p>Dove-killing : ἴρηκι Il. 15.238.</p>'}