Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὑψίπυλος
ὑψόθεν
ὑψόθι
ὑψόροφος
ὑψόσε
ὑψοῦ
ὕω
φαάνθη
φαάντατος
φάγον
φαέθω
φαεινός
φαείνω
φαεσίμβροτος
φαιδιμόεις
φαίδιμος
φαίην
φαίνω
φαλαγγηδόν
φάλαγξ
φάλαρα
View word page
φαέθω

[φαϝ- as in φάον.]

ShortDef

to shine

Debugging

Headword:
φαέθω
Headword (normalized):
φαέθω
Headword (normalized/stripped):
φαεθω
IDX:
9342
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9343
Key:

Data

{'content': '<p>[φαϝ- as in φάον.]</p>'}