Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὑψιπέτηλος
ὑψιπέτης
ὑψίπυλος
ὑψόθεν
ὑψόθι
ὑψόροφος
ὑψόσε
ὑψοῦ
ὕω
φαάνθη
φαάντατος
φάγον
φαέθω
φαεινός
φαείνω
φαεσίμβροτος
φαιδιμόεις
φαίδιμος
φαίην
φαίνω
φαλαγγηδόν
View word page
φαάντατος

[app. superl. fr. φαεννός = φαεινός.]

ShortDef

brightest

Debugging

Headword:
φαάντατος
Headword (normalized):
φαάντατος
Headword (normalized/stripped):
φααντατος
IDX:
9340
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9341
Key:

Data

{'content': '<p>[app. superl. fr. φαεννός = φαεινός.]</p>'}