Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὑψερεφής
ὑψηλός
ὑψηρεφής
ὑψηχής
ὕψι
ὑψιβρεμέτης
ὑψίζυγος
ὑψικάρηνος
ὑψίκερως
ὑψίκομος
ὑψιπετήεις
ὑψιπέτηλος
ὑψιπέτης
ὑψίπυλος
ὑψόθεν
ὑψόθι
ὑψόροφος
ὑψόσε
ὑψοῦ
ὕω
φαάνθη
View word page
ὑψιπετήεις
= ὑψιπέτης.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὑψιπετήεις
Headword (normalized):
ὑψιπετήεις
Headword (normalized/stripped):
υψιπετηεις
IDX:
9329
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9330
Key:
Data
{'content': '<p>= ὑψιπέτης.</p>'}