Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὑφήνας
ὑφηνίοχος
ὑφίημι
ὑφίστημι
ὑφορβός
ὑφόωσι
ὑψαγόρης
ὑψερεφής
ὑψηλός
ὑψηρεφής
ὑψηχής
ὕψι
ὑψιβρεμέτης
ὑψίζυγος
ὑψικάρηνος
ὑψίκερως
ὑψίκομος
ὑψιπετήεις
ὑψιπέτηλος
ὑψιπέτης
ὑψίπυλος
View word page
ὑψηχής
[ὕψι + (app.) ἠχ- as in ἠχή.]
ShortDef
high-sounding
Debugging
Headword:
ὑψηχής
Headword (normalized):
ὑψηχής
Headword (normalized/stripped):
υψηχης
IDX:
9322
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9323
Key:
Data
{'content': '<p>[ὕψι + (app.) ἠχ- as in ἠχή.]</p>'}