Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὑπώρεια
ὑπωρόφιος
ὑπώρορε
ὑσμίνη
ὑσμίνηνδε
ὑσμῖνι
ὑστάτιος
ὕστατος
ὕστερος
ὑφαίνω
ὑφαντός
ὕφασμα
ὑφάω
ὑφέλκω
ὑφέντες
ὑφήνας
ὑφηνίοχος
ὑφίημι
ὑφίστημι
ὑφορβός
ὑφόωσι
View word page
ὑφαντός

-ή, -όν

[ὑφαίνω.]

Woven : ἐσθῆτα Od. 13.136= Od. 16.231, εἵματα Od. 13.218.

ShortDef

woven

Debugging

Headword:
ὑφαντός
Headword (normalized):
ὑφαντός
Headword (normalized/stripped):
υφαντος
IDX:
9307
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9308
Key:

Data

{'content': '<p>-ή, -όν</p> <p>[ὑφαίνω.]</p> <p>Woven : ἐσθῆτα Od. 13.136= Od. 16.231, εἵματα Od. 13.218.</p>'}