Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὑποφθάνω
ὑποχείριος
ὑποχέω
ὑποχωρέω
ὑπόψιος
ὕπτιος
ὑπώπια
ὑπώρεια
ὑπωρόφιος
ὑπώρορε
ὑσμίνη
ὑσμίνηνδε
ὑσμῖνι
ὑστάτιος
ὕστατος
ὕστερος
ὑφαίνω
ὑφαντός
ὕφασμα
ὑφάω
ὑφέλκω
View word page
ὑσμίνη
-ης, ἡ.
Dat. ὑσμῖνι (fr. *ὑσμίς) Il. 2.863, Il. 8.56.
ShortDef
a fight, battle, combat
Debugging
Headword:
ὑσμίνη
Headword (normalized):
ὑσμίνη
Headword (normalized/stripped):
υσμινη
IDX:
9300
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9301
Key:
Data
{'content': '<p>-ης, ἡ.</p> <p>Dat. ὑσμῖνι (fr. *ὑσμίς) Il. 2.863, Il. 8.56.</p>'}