Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὑποφήτης
ὑποφθάνω
ὑποχείριος
ὑποχέω
ὑποχωρέω
ὑπόψιος
ὕπτιος
ὑπώπια
ὑπώρεια
ὑπωρόφιος
ὑπώρορε
ὑσμίνη
ὑσμίνηνδε
ὑσμῖνι
ὑστάτιος
ὕστατος
ὕστερος
ὑφαίνω
ὑφαντός
ὕφασμα
ὑφάω
View word page
ὑπώρορε
3 sing. redup. aor. ὑπόρνυμι. ὗς. See σῦς.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὑπώρορε
Headword (normalized):
ὑπώρορε
Headword (normalized/stripped):
υπωρορε
IDX:
9299
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9300
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. redup. aor. ὑπόρνυμι. ὗς. See σῦς.</p>'}