Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὑποφεύγω
ὑποφήτης
ὑποφθάνω
ὑποχείριος
ὑποχέω
ὑποχωρέω
ὑπόψιος
ὕπτιος
ὑπώπια
ὑπώρεια
ὑπωρόφιος
ὑπώρορε
ὑσμίνη
ὑσμίνηνδε
ὑσμῖνι
ὑστάτιος
ὕστατος
ὕστερος
ὑφαίνω
ὑφαντός
ὕφασμα
View word page
ὑπωρόφιος
[ὑπ-, ὑπο- 4 + ὀροφή.]
ShortDef
under the roof, in the house
Debugging
Headword:
ὑπωρόφιος
Headword (normalized):
ὑπωρόφιος
Headword (normalized/stripped):
υπωροφιος
IDX:
9298
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9299
Key:
Data
{'content': '<p>[ὑπ-, ὑπο- 4 + ὀροφή.]</p>'}