Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀνοήμων
ἀνόλεθρος
ἄνοος
ἀνοπαῖα
ἀνορούω
ἀνόστιμος
ἄνοστος
ἄνοστος
ἀνούτατος
ἀνουτητί
ἀνστάς
ἀνστήσει
ἀνστήτην
ἀνστρέψειαν
ἀνσχεθέειν
ἄνσχεο
ἀνσχετός
ἀνσχήσεσθαι
ἄντα
ἀντάξιος
ἀντάω
View word page
ἀνστάς
contr. aor. pple. ἀνίστημι B.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀνστάς
Headword (normalized):
ἀνστάς
Headword (normalized/stripped):
ανστας
IDX:
928
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.929
Key:
Data
{'content': '<p>contr. aor. pple. ἀνίστημι B.</p>'}