Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὑπολευκαίνω
ὑπολίζων
ὑπολύω
ὑπομένω
ὑπομιμνήσκω
ὑπομνάομαι
ὑπομνήμυκε
ὑπομνήσουσα
Ὑπονήϊος
ὑποπεπτηῶτες
ὑποπερκάζω
Ὑποπλάκιος
ὑποπτήσσω
ὑπόρνυμι
ὑπορρήγνυμι
ὑπόρρηνος
ὑποσσείω
ὑποστάς
ὑποσταχύομαι
ὑποστεναχίζω
ὑποστήτω
View word page
ὑποπερκάζω

[ὑπο- 12 + περκάζω in sim. sense, fr. περκ- as in περκνός.]

ShortDef

to begin to turn colour

Debugging

Headword:
ὑποπερκάζω
Headword (normalized):
ὑποπερκάζω
Headword (normalized/stripped):
υποπερκαζω
IDX:
9260
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9261
Key:

Data

{'content': '<p>[ὑπο- 12 + περκάζω in sim. sense, fr. περκ- as in περκνός.]</p>'}