Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀνιχνέυω
ἀνιών
ἀννέομαι
ἀνοήμων
ἀνόλεθρος
ἄνοος
ἀνοπαῖα
ἀνορούω
ἀνόστιμος
ἄνοστος
ἄνοστος
ἀνούτατος
ἀνουτητί
ἀνστάς
ἀνστήσει
ἀνστήτην
ἀνστρέψειαν
ἀνσχεθέειν
ἄνσχεο
ἀνσχετός
ἀνσχήσεσθαι
View word page
ἄνοστος

[ἀ-1 + νοῦσος.]

ShortDef

unreturning, without return

Debugging

Headword:
ἄνοστος
Headword (normalized):
ἄνοστος
Headword (normalized/stripped):
ανοστος
IDX:
925
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.926
Key:

Data

{'content': '<p>[ἀ-1 + νοῦσος.]</p>'}