Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὑποζεύγνυμι
ὑποθερμαίνω
ὑποθέσθαι
ὑποθημοσύνη
ὑποθήσομαι
ὑποθωρήσσω
ὑποκλίνομαι
ὑποκλονέω
ὑποκλοπέομαι
ὑποκρίνομαι
ὑποκρύπτω
ὑπόκυκλος
ὑποκύομαι
ὑπολείπω
ὑπολευκαίνω
ὑπολίζων
ὑπολύω
ὑπομένω
ὑπομιμνήσκω
ὑπομνάομαι
ὑπομνήμυκε
View word page
ὑποκρύπτω
[ὑπο- 4.]
3 sing. aor. pass. ὑπεκρύφθη.
ShortDef
to hide under
Debugging
Headword:
ὑποκρύπτω
Headword (normalized):
ὑποκρύπτω
Headword (normalized/stripped):
υποκρυπτω
IDX:
9246
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9247
Key:
Data
{'content': '<p>[ὑπο- 4.]</p> <p>3 sing. aor. pass. ὑπεκρύφθη.</p>'}