Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὑποδμώς
ὑπόδρα
ὑποδράω
ὑποδρηστήρ
ὑποδύνω
ὑπείκω
ὑποζεύγνυμι
ὑποθερμαίνω
ὑποθέσθαι
ὑποθημοσύνη
ὑποθήσομαι
ὑποθωρήσσω
ὑποκλίνομαι
ὑποκλονέω
ὑποκλοπέομαι
ὑποκρίνομαι
ὑποκρύπτω
ὑπόκυκλος
ὑποκύομαι
ὑπολείπω
ὑπολευκαίνω
View word page
ὑποθήσομαι
fut. mid. ὑποτίθημι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὑποθήσομαι
Headword (normalized):
ὑποθήσομαι
Headword (normalized/stripped):
υποθησομαι
IDX:
9240
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9241
Key:
Data
{'content': '<p>fut. mid. ὑποτίθημι.</p>'}