Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἄνιπτος
ἀνίστημι
ἀνίσχω
ἀνιχνέυω
ἀνιών
ἀννέομαι
ἀνοήμων
ἀνόλεθρος
ἄνοος
ἀνοπαῖα
ἀνορούω
ἀνόστιμος
ἄνοστος
ἄνοστος
ἀνούτατος
ἀνουτητί
ἀνστάς
ἀνστήσει
ἀνστήτην
ἀνστρέψειαν
ἀνσχεθέειν
View word page
ἀνορούω
[ἀν-, ἀνα- 1.]
ShortDef
to start up, leap up
Debugging
Headword:
ἀνορούω
Headword (normalized):
ἀνορούω
Headword (normalized/stripped):
ανορουω
IDX:
922
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.923
Key:
Data
{'content': '<p>[ἀν-, ἀνα- 1.]</p>'}