Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ὑπερτερίη
ὑπέρτερος
ὑπερφίαλος
ὑπερφιάλως
ὑπέρχομαι
ὑπερωέω
ὑπερῴη
ὑπερωϊόθεν
ὑπερώϊον
ὑπέστη
ὑπέσχεθε
ὑπέσχετο
ὑπέτρεσαν
ὑπέφηνε
ὑπέχευε
ὑπέχω
ὑπήλθετε
ὑπήλυθε
ὑπήνεικαν
ὑπηνήτης
ὑπηοῖος
View word page
ὑπέσχεθε

3 sing. aor. ὑπέχω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑπέσχεθε
Headword (normalized):
ὑπέσχεθε
Headword (normalized/stripped):
υπεσχεθε
IDX:
9204
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9205
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. ὑπέχω.</p>'}