Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀγνοέω
ἁγνός
ἄγνυμι
ἀγνώς
ἀγνώσασκε
ἄγνωστος
ἀγξηραίνω
ἄγονος
ἀγοράομαι
ἀγορεύω
ἀγορά
ἀγορῆθεν
ἀγορήνδε
ἀγορητής
ἀγορητύς
ἀγός
ἀγοστός
ἄγραυλος
ἀγρέω
ἄγρα
ἄγριος
View word page
ἀγορά
-ῆς, ἡ
[ἀγείρω.]
ShortDef
Agora, town in Thracian Chersonese
an assembly of the people
Debugging
Headword:
ἀγορά
Headword (normalized):
ἀγορά
Headword (normalized/stripped):
αγορα
IDX:
91
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.92
Key:
Data
{'content': '<p>-ῆς, ἡ</p> <p>[ἀγείρω.]</p>'}