Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὑπερκύδας
ὑπερμενέων
ὑπερμενής
ὑπέρμορον
ὑπεροπλίζομαι
ὑπεροπλία
ὑπέροπλος
ὑπερπέτομαι
ὑερράγη
ὑπέρσχῃ
ὑπέρτατος
ὑπερτερίη
ὑπέρτερος
ὑπερφίαλος
ὑπερφιάλως
ὑπέρχομαι
ὑπερωέω
ὑπερῴη
ὑπερωϊόθεν
ὑπερώϊον
ὑπέστη
View word page
ὑπέρτατος
[superl. fr. ὑπέρ.]
ShortDef
uppermost, highest, supreme
Debugging
Headword:
ὑπέρτατος
Headword (normalized):
ὑπέρτατος
Headword (normalized/stripped):
υπερτατος
IDX:
9193
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9194
Key:
Data
{'content': '<p>[superl. fr. ὑπέρ.]</p>'}