Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ύπερείπω
ὑπερέπτω
ὑπερέχω
ὑπερηνορέω
ὑπερήσει
ὑπερηφανέω
ὕπερθεν
ὑπερθρῴσκω
ὑπέρθυμος
ὑπερθύριον
ὑπερίημι
ὑπερικταίνομαι
Ὑπεριονίδης
Ὑπερίων
ὑπερκαταβαίνω
ὑπερκύδας
ὑπερμενέων
ὑπερμενής
ὑπέρμορον
ὑπεροπλίζομαι
ὑπεροπλία
View word page
ὑπερίημι

[ὑπερ- 3 + ἵημι1.]

3 sing. fut. ὑπερήσει.

ShortDef

to outdo

Debugging

Headword:
ὑπερίημι
Headword (normalized):
ὑπερίημι
Headword (normalized/stripped):
υπεριημι
IDX:
9178
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9179
Key:

Data

{'content': '<p>[ὑπερ- 3 + ἵημι1.]</p> <p>3 sing. fut. ὑπερήσει.</p>'}