Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὑπεκφέρω
ὑπεκφεύγω
ὑπέλθῃ
ὑπέλυντο
ὑπέμεινα
ὑπεμνάασθε
ὑπεμνήμυκε
ὑπέμνησε
ὑπένερθε
ὑπεξάγω
ὑπεξαλέομαι
ὑπεξαναδύνω
ὑπεξεσάωσε
ὑπεξέφυγε
ὑπέρ
ὑπεραής
ὑπέρα
ὑπεράλλομαι
ὑπερβαίνω
ὑπερβάλλω
ὑπερβασία
View word page
ὑπεξαλέομαι
[ὑπ-, ὑπο- 3 + ἐξ- 1.]
Aor. infin. ὑπεξαλέασθαι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὑπεξαλέομαι
Headword (normalized):
ὑπεξαλέομαι
Headword (normalized/stripped):
υπεξαλεομαι
IDX:
9154
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.9155
Key:
Data
{'content': '<p>[ὑπ-, ὑπο- 3 + ἐξ- 1.]</p> <p>Aor. infin. ὑπεξαλέασθαι.</p>'}